«Εγώ ραγιάς δε γίνομαι, Τούρκους δεν προσκυνάω.»
«Μάνα σου λέω δεν μπορώ τους Τούρκους να δουλεύω.
Δεν ειμπορώ δε δύναμαι, αμάλιασ’ η καρδιά μου.
Θα πάρω το ντουφέκι μου, να πάω να γένω κλέφτης.
Να κατοικήσω ‘ς τά βουνά και ς’ ταίς ψηλαίς ραχούλαις.
Νάχω τους λόγγους συντροφιά, με τά θεριά κουβέντα.
Νάχω τά χιόνια για σκεπή, τους βράχους για κρεββάτι.
Νάχω με τά κλεφτόπουλα καθημερινό λημέρι.
Θα φύγω, μάνα, και μην κλαίς, μόν δόμου την ευχή σου.
Κι’ ευχήσου με, μανούλα μου, Τούρκους πολλούς νασφάξω.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου