Οι έντονες αντιδράσεις της κοινής γνώμης και η
συνέχιση της γνωστής πολιτικής από την πλευρά της Άγκυρας έδωσαν την
εντύπωση ότι οι υπεύθυνοι της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και του
ελληνικού υπουργείου Παιδείας επανεκτίμησαν την κατάσταση. Ότι πάγωσαν
δηλαδή πρωτοβουλίες και μέτρα που δεν στηρίζονται σε αμοιβαιότητα και
προάγουν εξ αντικειμένου τους νεοοθωμανικούς σχεδιασμούς της Άγκυρας
στον ελληνικό χώρο.
Η εντύπωση όμως είναι ψευδής. Η ίδια πολιτική συνεχίσθηκε και με τη νέα
κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, ως μια παραλλαγή και παράρτημα μιας
γενικότερης πολιτικής για τη μετάλλαξη της ελληνικής Παιδείας σε
«πολυπολιτισμική»!
Ως πρόθυμος αρωγός και διεκπεραιωτής λειτούργησε το ανεκδιήγητο
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Το ίδιο που ενέκρινε το βιβλίο Ιστορίας Στ'
Δημοτικού της Μαρίας Ρεπούση και πολλά άλλα στο ίδιο πνεύμα, όπως επίσης
προσφάτως μια νέα Γραμματική για το Δημοτικό σχολείο, που εισάγει
ύπουλα την ιδέα της φωνητικής ορθογραφίας.
Με την απόφαση αρ. 61539/Γ2 της 20ής Ιουνίου 2006, που δημοσιεύτηκε στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αρ. φύλλου 867, ο τότε υφυπουργός Γεώργιος
Καλός ενέκρινε τη σχετική εισήγηση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και
καθόρισε «το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών για τη διδασκαλία της
Τουρκικής Γλώσσας στην Α', Β' και Γ' τάξη του Γυμνασίου».
Δεν διευκρινίζεται στην απόφαση εάν αυτή ισχύει για τα σχολεία που θα
«επιλέξουν» την Τουρκική γλώσσα ή εάν η απόφαση αναφέρεται σε γενική
εφαρμογή.
«Ειδικοί σκοποί»
Στην απόφαση προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως «ειδικός σκοπός» για τη
διδασκαλία της Τουρκικής γλώσσας «η ενεργός συμμετοχή σε μια
πολυπολιτισμική κοινωνία και η κατανόηση της διαφορετικότητας». Στο
πλαίσιο αυτό, παρατίθενται στην απόφαση «Ασκήσεις διαπολιτισμικές και
πολυπολιτισμικές»:
«Α. Οι μαθητές αναζητούν τραγούδια κοινά στις δύο γλώσσες και καταγράφουν τα τραγούδια της περιοχής.
Β. Οι μαθητές ερευνούν το ιστορικό παρελθόν του τόπου με γνώμονα τις
επιδράσεις των πολιτισμών που επηρέασαν τη ζωή της περιοχής.
Γ. Οι μαθητές αναζητούν επίσης κοινά θέματα μυθολογίας.
Δ. Ερευνούν στις τοπικές βιβλιοθήκες για κοινά ήθη και έθιμα. Παίρνουν
συνεντεύξεις από τους γέροντες της περιοχής και καταγράφουν ήθη και
έθιμα της περιοχής κοινά στους δύο πολιτισμούς (ίσως και σε άλλους
πολιτισμούς λαών που έζησαν στην περιοχή κατά τη διάρκεια της
ιστορίας)».
Στο ίδιο πνεύμα, καθορίζονται στην απόφαση ως συνθετικές εργασίες των μαθητών.
= «Η διερεύνηση της επιδράσεως της Τουρκικής στην καθημερινή τους
πραγματικότητα και ο εντοπισμός ομοιοτήτων και διαφορών στο πλαίσιο
πολιτισμικής προσεγγίσεως.
= Η ανακάλυψη και σύγκριση κοινών στοιχείων και στις δύο γλώσσες.
= Η αναζήτηση και καταγραφή επιθέτων (επωνύμων) ατόμων που προέρχονται
από την Τουρκική γλώσσα, όπως και η εννοιολογική τους προσέγγιση.
= Αναζήτηση και καταγραφή δανείων και αντιδανείων στην Ελληνική και Τουρκική γλώσσα».
«Με την εργασία αυτή», αναφέρεται στην απόφαση, «διαπιστώνεται η
αλληλεπίδραση της Ελληνικής και της Τουρκικής γλώσσας και η
διαπολιτισμική πραγματικότητα της περιοχής».
Αυθαιρέτως, αντίθετα με την επιταγή του Συντάγματος, η Ελληνική Παιδεία
υποκαθιστάται από τη λεγόμενη «Πολυπολιτισμική» Παιδεία και την
ιδεολογία της αποδομήσεως του εθνικού κράτους
Η απόφαση του υφυπουργού κ. Καλού δεν αφορά μόνο μια σκανδαλώδη και
μονόπλευρη μεταχείριση της Τουρκικής γλώσσας στην Ελληνική μέση
εκπαίδευση. Την ίδια μάλιστα ώρα που η Άγκυρα εντείνει τις υπονομευτικές
της δραστηριότητες στη Θράκη και τις γνωστές προκλήσεις της στο Αιγαίο.
Αφορά επίσης ένα πολύ γενικότερο πρόβλημα, που πρέπει να έρθει στο
πολιτικό προσκήνιο ως μέγα εθνικό θέμα. Είναι η υπονόμευση μέσα στο ίδιο
το υπουργείο Παιδείας της Ελληνικής Παιδείας, όταν το τελευταίο έχει
μάλιστα υποχρέωση, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τη θέληση του Ελληνικού
λαού, να την προάγει. Αυτό όμως κάνει το ακριβώς αντίθετο. Προάγει την
ιδεολογία του πολυπολιτισμού και της εθνικής αποδομήσεως.
Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο έχει μετατραπεί σε όργανο και εργαλείο προς αυτήν την κατεύθυνση.
Αυτό δεν αναιρεί τις ευθύνες των πολιτικών ηγεσιών, των προηγουμένων αλλά και της σημερινής, του υπουργείου Παιδείας.
Είναι ενδεικτικό από την άποψη αυτή το γεγονός ότι η Νέα Γραμματική,
π.χ., που δεν επέτρεψε να πάει στα σχολεία ούτε η Μαριέττα Γιαννάκου,
που έδωσε κάλυψη στο βιβλίο Ιστορίας της Ρεπούση, πήρε πράσινο φως για
διανομή στα σχολεία από τη σημερινή ηγεσία του υπουργείου.
Η γλώσσα, η ιστορία και ο πολιτισμός ενός λαού, όταν πρόκειται μάλιστα
για έναν πολιτισμό που κατέκτησε οικουμενικές περγαμηνές, δεν είναι και
δεν μπορεί να είναι ούτε υπόθεση μικρών μειοψηφιών ούτε ηγεσιών που
αποδεικνύονται ανάξιες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Είναι
υπόθεση ολόκληρου του Ελληνικού λαού, που καλείται, κοντά σε τόσα άλλα
στη σημερινή δύσκολη συγκυρία, να υπερασπισθεί επίσης την ταυτότητά του
και την Ελληνική του Παιδεία. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου