x

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

Αμερική: Ένα ηφαίστειο που σιγοβράζει


Για να καταλάβει κάποιος την αμερικανική οργή που σιγοβράζει, τη άσχημη εθνική διάθεση, τότε θα πρέπει να συνοδεύσει μια μέρα τον σερίφη Tom Dart της κομητείας Cook στις περιπολίες του. Από το 2006, ο σερίφης αυτός επιβλέπει όλες τις κατασχέσεις κατοικιών, και όλες τις εξώσεις ενοικιαστών στη περιοχή του Σικάγο, μια από τις χειρότερα πληγείσες περιοχές των ΗΠΑ.
Η διαδικασία αυτή δεν είναι καθόλου όμορφη. Ένας άνδρας αυτοκτόνησε μπροστά του στη διάρκεια μιας έξωσης. Όμως αυτό που ταράζει περισσότερο τον σερίφη, είναι κάποιες μικρές λεπτομέρειες, όπως η φωτογραφία ενός μικρού αγοριού στο ψυγείο ενός σπιτιού υπό τραπεζική  κατάσχεση. «Μα τι στο διάολο συμβαίνει… πως καταντήσαμε εδώ;», αναρωτιέται. Και το ίδιο ακριβώς αναρωτιέται ολόκληρη η Αμερική.
Παρά τους πολέμους και τις υφέσεις, η Αμερική παρέμεινε σε γενικές γραμμές ευδιάθετη. Η εθνική αυτή ευδαιμονία κορυφώθηκε στη δεκαετία του `70, εκπλήσσοντας όλους όσους πίστευαν πως το Βιετνάμ, το Watergate, οι ουρές στα βενζινάδικα, και ο πληθωρισμός θα χαλούσε τη καλή διάθεση. Ακόμη όμως και σήμερα, σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center, περισσότερο από το 80% του πληθυσμού των ΗΠΑ αυτοχαρακτηρίζεται ως ευτυχισμένο ή αρκετά ευτυχισμένο. Και αυτό παρά την οικονομική κρίση.
Η πραγματικότητα όμως, αρχίζει να δείχνει το πρόσωπό της. Οι τιμές της βενζίνης και των τροφίμων ανεβαίνουν, οι αξίες των ακινήτων πέφτουν, και η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου θεωρεί πως η χώρα πήρε λάθος δρόμο. Το αποτέλεσμα είναι μια γενικότερη λύπη, αλλά και μια αγανάκτηση. Μια πελώρια οργή. Τα 2/3 των Αμερικανών είναι οργισμένα ακόμη και με τον Θεό, σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα των ψυχολόγων του πανεπιστημίου Case Western Reserve.
Εδώ στο NEWSWEEK κάναμε μια δική μας έρευνα, εξετάζοντας 600 άτομα. Οι τρεις στους τέσσερις ανησυχούν για την οικονομία. Ο ένας στους τρείς δεν σκέφτεται τον γάμο, την οικογένεια, ή την αγορά κατοικίας, εξαιτίας της οικονομικής ανασφάλειας. Οι περισσότεροι δηλώνουν πως τα οικονομικά προβλήματα δυσκόλεψαν τις προσωπικές σχέσεις τους, προκαλώντας τους άγχος και οδύνη. Μπορούν άραγε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα να κλιμακωθούν, και να οδηγήσουν σε εξέγερση;
Τα κέρδη των επιχειρήσεων σπάνε κάθε ρεκόρ. Η Wall Street είναι μέσα στη καλή χαρά. Εκατομμύρια όμως Αμερικανών υποφέρουν. Η ανεργία βρίσκεται στο 9%, και οι μόνες  θέσεις εργασίας (σύμφωνα με το υπουργείο εργασίας) έχουν να κάνουν με αστεία καπέλα, ταμπελίτσες, και… δίχτυα στα μαλλιά. Δεν υπάρχουν πλέον σοβαρές διαθέσιμες  ευκαιρίες απασχόλησης που να προσφέρουν καλό μισθό, προνόμια, και εργασιακή ασφάλεια. Το αμερικανικό όνειρο ήταν ανέκαθεν η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης της επόμενης γενιάς. Όπως όμως αναγνώρισε πρόσφατα ακόμη και ο Ομπάμα, «για πολλούς πολίτες, αυτό πλέον δεν ισχύει».
Υπάρχει περίπτωση να ζήσουμε και στην Αμερική τις ημέρες της οργής που βλέπουμε στο εξωτερικό; Στην Ισπανία, οι διαδηλωτές συγκρούστηκαν με την αστυνομία, διαμαρτυρόμενοι εναντίον της οικονομικής στενότητας και της λιτότητας που επιβλήθηκε, μιας λιτότητας σαν κι αυτήν που σχεδιάζει τώρα και η Ουάσιγκτον.
Λίγο καιρό πριν, η ανεργία, και η στέρηση των ονείρων μιας ολόκληρης γενιάς μορφωμένων και φιλόδοξων νέων, οδήγησε στις βίαιες συγκρούσεις του αραβικού κόσμου. Αυτή η στέρηση του ονείρου είναι κάτι που αισθάνονται σήμερα και πάρα πολλοί Αμερικανοί. Ο ένας στους πέντε άνδρες ηλικίας 25-54 δεν έχει δουλειά. Είναι πολύ εύκολο να συναισθανθούμε την οργή αυτών των ανθρώπων, που θα αυξάνεται παράλληλα με τη θερινή ζέστη.
Όπως λέει ο ιστορικός Darrin McMahon, συγγραφέας του Happiness: A History, οι επαναστάσεις γίνονται όταν τα πράγματα πάνε κάπως καλύτερα. Υπάρχει μια ιστορική παραλληλία με τον 18ο αιώνα, μια εποχή μεγάλης ικανοποίησης και απογοήτευσης συγχρόνως. Τη σπίθα της εξέγερσης την είδαμε φέτος και στην Αμερική, όταν πριν από μερικούς μήνες χιλιάδες διαδηλωτές κατέλαβαν το κυβερνείο του Wisconsin, διαμαρτυρόμενοι  για την απογύμνωση των αρμοδιοτήτων των συνδικαλιστικών τους σωματείων.
Πριν από τη γαλλική επανάσταση, η ζωή ήταν γεμάτη πόνο, και η πολιτική ήταν συνώνυμη της υποδούλωσης. Από τότε μέχρι σήμερα, όλα βελτιώθηκαν και όλοι θεωρούμε ότι αξίζουμε ακόμη περισσότερα. Όπως περιέγραψε το περιοδικό New Yorker, «είμαστε ένα έθνος δυστυχισμένων που όμως έχουν κερδίσει το λαχείο». Τα έχουμε όλα αλλά δεν μας φτάνουν.
Ανέκαθεν οι άνθρωποι οργίζονται με το χάσμα που υπάρχει  μεταξύ των προσδοκιών τους και της πραγματικότητας. Οι Αμερικάνοι, ίσως περισσότερο από άλλους λαούς, ήταν πάντα αισιόδοξοι για το μέλλον. Κρατάνε «διπλά βιβλία», όπως λέει ο κοινωνιολόγος Todd Gitlin. «Στο ένα καταγράφουν τη πραγματικότητα, και στο άλλο τις προσδοκίες τους».
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτή την αισιοδοξία. Η Αμερική είναι ένα έθνος μεταναστών, που έφτασαν κάποτε εδώ, πιστεύοντας πως θα βρουν μια καλύτερη ζωή. Μόλις εγκατασταθούν, αυτή η πίστη τους είναι που διαμορφώνει και την επικρατούσα κουλτούρα της χώρας. Σήμερα όμως, όλα αυτά αλλάζουν. Ρωτήστε τον σερίφη…